(Βρέθηκαν: 930 Αποτελέσματα)
Λέξη | Συνώνυμα |
Αντώνυμα |
αμφισβήτηση | αντιλογία αντίρρηση φιλονικία ένσταση εναντιολογία |
αναγνώριση αποδοχή παραδοχή υιοθέτηση |
αμφισβητώ | διαφωνώ αμφιβάλλω αντιτίθεμαι διχογνωμώ (δια)φιλονικώ |
αναγνωρίζω συμφωνώ δέχομαι αποδέχομαι παραδέχομαι |
αναβαθμίζω | ανεβάζω ενισχύω προβιβάζω ισχυροποιώ προάγω βελτιώνω προωθώ διευρύνω εμπλουτίζω |
υποβαθμίζω υποβιβάζω αποδυναμώνω απαξιώνω περιορίζω επιδεινώνω |
αναβιώνω | ξαναζωντανεύω επαναφέρω επανέρχομαι ανακαλούμαι |
λησμονώ ξεχνώ φθίνω |
αναγκαίος | αναγκαστικός αναπόφευκτος υποχρεωτικός απαραίτητος απαιτούμενος |
προαιρετικός |
αναγνωρίζω | αποδέχομαι παραδέχομαι ομολογώ δέχομαι συμφωνώ εκτιμώ επικροτώ |
αμφισβητώ αρνούμαι αποποιούμαι αποστέργω |
αναγνώριση | αποδοχή επιβεβαίωση ομολογία |
αμφισβήτηση αποποίηση άρνηση απόκρουση απόρριψη |
αναδίφηση | έρευνα ανίχνευση διερεύνηση εξερεύνηση εξέταση μελέτη |
αδιαφορία εγκατάλειψη |
αναζωογονώ | τονώνω φρεσκάρω αναθερμαίνω ανανεώνω ενισχύω ξαναφουντώνω |
εξαντλώ εξουθενώνω κουράζω αποδυναμώνω υπονομεύω |
αναθαρρώ | ξεθαρρεύω εμψυχώνομαι τονώνομαι |
αποθαρρύνομαι απογοητεύομαι απελπίζομαι καταρρέω |
×